Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

ξενίαν τράπεζαν

  • 1 τράπεζα

    τράπεζα, (von den Alten entweder von τρίπεζα od. von τετράπεζα abgeleitet, je nachdem man Tische von drei oder vier Füßen annahm; Letzteres ist wahrscheinlicher), der Tisch, die Tafel; bes. – 1) der Eßtisch; oft bei Hom., bei dem jeder Gast seinen eigenen Tisch vor sich hat, Od. 17, 333. 447. 22, 74; ξενίη τράπεζα, der gastliche Tisch, an dem der Gast freundliche Aufnahme findet, als Symbol des Gastrechts so heilig geachtet, daß man dabei schwor, Od. 14, 158. 21, 28 u. sonst; ᾔσχυνε ξενίαν τράπεζαν κλοπαῖσι γυναικός, Aesch. Ag. 390. – Auch das, was auf den Tisch gesetzt wird, das Essen selbst; Her. 1, 162; τράπεζαν Περσικὴν παρετίϑετο, Thuc. 1, 130, etwa »er führte einen persischen Tisch«; Συρακοσία, Plat. Rep. III, 404 d; Xen. verbindet ἀποδίδωμι τοὺς φίλους καὶ τοὺς ϑεράποντας καὶ τράπεζαν, σὺν οἵᾳπερ ἐζῆτε, Cyr. 2, 2, 26; τράπεζαν ἐν τοῖς μαζοῖς οὖσαν, Ach. Tat. 1, 10. – 2) der Wechslertisch; denn die Wechsler der Alten trieben ihr Geschäft auf einem Tische auf dem Markte; τράπεζαν κατασκευάζεσϑαι, eine Wechselbank anlegen, Is. frg. 2, 3; ἐν ἀγορᾷ ἐπὶ τῶν τραπεζῶν, Plat. Apol. 17 c; τραπέζης ἀνασκευασϑείσης, eigtl., nachdem der Tisch abgebrochen, d. i. nachdem er Bankerott gemacht hatte, Dem. 33, 9; ἀποστερῆσαι τὸ ἐπὶ τὴν τράπεζαν χρέος, ib. 24; τὴν τράπεζαν ἀνατρέπειν, Andoc. 1, 130; ἡ δημοσία τρ., Inscr. 123. – 3) übh. Tafel, Fläche, auf der Etwas ruht, z. B. der Stuhl, in welchem das Untertheil des Mastbaumes steht; der Ort, auf welchem die Sklaven zum Verkauf ausstehen, Sp. – Der viereckig behauene Leichenstein, Plut. X oratt. 4 p. 241. – Der Altar, Greg. Naz. epigr. ( VIII, oft). – Auch ein Theil der Leber, Nic. Ther. 560; Polyaen. 4, 29.

    Griechisch-deutsches Handwörterbuch > τράπεζα

  • 2 ξένιος

    ξένιος, ion. u. poet. ξείνιος, bei den Att. auch 2 Endgn, gastlich, gastfreundlich; ξεινίους σφι ἐόντας, Her. 5, 63; bes. Zeus, der Beschützer des Gastrechts, der Gastfreunde u. übh. der Fremden, welche die Gastfreundschaft in Anspruch nehmen (vgl. ξένος), Il. 13, 625; u. so Tragg., wie Aesch. Ag. 61. 353; Ζεὺς έπιτιμήτωρ ξείνων, ξείνιος, Od. 9, 271. 14, 389 u. öfter, wie Pind. Ol. 8, 21 N. 11, 8; Plat. Legg. XII, 953 e; ϑεός, Soph. 216 b; τράπεζα, der gastliche Tisch, Od. 14, 158 u. öfter in Betheuerungen; Pind. Ol. 3, 42 I. 2, 39, der auch ξένιον ἄστυ N. 4, 23 sagt, ξεινίαν κοίταν P. 3, 32; δῶρα, Gastgeschenke, Geschenke, welche der Wirth dem Gaste giebt, u. welche gew. in Speise u. Trank u. Nachtlager bestehen, παρέϑηκεν, Il. 11, 779 (vgl. ξεινήιον), ἵνα τοι πὰρ ξείνια ϑείω, 18, 387, ξείνια δῶκα, Od. 14, 404, öfter; auch durch ein κειμήλιον, ein werthvolles anderes Geschenk vermehrt; ξείνια δέ-ξατο, Pind. P. 4, 22; ξείνια ἁρμόζοντα τεύχων, 4, 129; ᾔσχυνε ξενίαν τράπεζαν, Aesch. Ag. 390; ξένια δὲ παρέσχε δαῖτα παιδείων κρεῶν, als Gastbewirthung, 1572; ξένια δοῦναι, Eur. Cycl. 301; ϑάνατος ξένιά σοι γενήσεται, Hel. 487, öfter; ἐπὶ ξείνια καλεῖν, Her. 2, 107. 5, 18, zu Tische einladen; ἐπὶ ξείνια παραλαβεῖν τινα, gastlich aufnehmen, 4, 154; ξενισϑέντες οἷς ἦν πρέπον ξενίοις, Plat. Tim. 17 b, öfter; vgl. Legg. VI, 919 a; ἡ ξενία, sc. γῆ, ξένη, die Fremde, εἴ τις ἀπαντήσας σοι ἐπὶ ξενίας Plat. Crat. 429 e, wie ἐπὶ ξενίας πτωχεύσω Antiph. 2 β 9; τῇ στρατιᾷ πάσῃ ξένια ἔπεμπε, Xen. Cyr. 3, 1, 42, vgl. An. 4, 8, 23, wo als Erkl. hinzugesetzt ist βοῦς, ἄλφιτα, οἶνον; vgl. auch 5, 9, 15 Hell. 1, 1, 9.

    Griechisch-deutsches Handwörterbuch > ξένιος

  • 3 αἰσχύνω

    αἰσχύνω [pron. full] [ῡ]: [dialect] Ion. [tense] impf. αἰσχύνεσκε ([etym.] κατ-) Q.S.14.531: [tense] fut.
    A

    - ῠνῶ E. Hipp. 719

    , [dialect] Ion.

    - υνέω Hdt.9.53

    : [tense] aor.

    ᾔσχῡνα Il.23.571

    , Lys.1.4, etc.: [tense] pf.

    σχυγκα D.C. 58.16

    :—[voice] Pass., [tense] fut.

    αἰσχῠνοῦμαι A.Ag. 856

    , Ar.Fr. 200, Pl. Ti. 49d, etc., rarely αἰσχυνθήσομαι (v. sub fin.): [tense] aor.

    ᾐσχύνθην Hdt.

    and [dialect] Att., poet. inf.

    αἰσχυνθῆμεν Pi.N.9.27

    : [tense] pf. ᾔσχυμμαι (v. infr. B. I):—make ugly, disfigure, πρόσωπον, κόμην, Il.18.24, 27, cf. S.Ant. 529; αἰ. τὸν ἵππον give the horse a bad form, X.Eq.1.12.
    b esp. dishonour a woman, E.El.44, cf. Plu.Marc.19, etc.;

    εὐνήν A.Ag. 1626

    ; εἰς τὸ σῶμα αἰ. Arist.Pol. 1311b7; abs., Foed. Delph.Pell.2A 12.
    B [voice] Pass., to be dishonoured, νέκυς σχυμμένος, of Patroclus, Il. 18.180.
    II to be ashamed, feel shame, abs., Od.7.305, 18.12, Hdt.1.10, E.Hipp. 1291.
    2 more commonly, to be ashamed at a thing, c. acc. rei,

    αἰσχυνόμενοι φάτιν ἀνδρῶν Od.21.323

    ;

    τὴν δυσγένειαν τὴν ἐμὴν αἰ. S.OT 1079

    : c. dat. rei, Ar.Nu. 992, Lys.3.9, D.4.42, etc.;

    αἰ. ἐπί τινι X.Mem.2.2.8

    ;

    ἔν τινι Th.2.43

    ;

    ὑπέρ τινος Lys.14.39

    ;

    περί τινος 33.6

    . etc.
    b c. part., to be ashamed at doing a thing (which one does), A.Pr. 642 (v.l.), S.Ant. 540, Ar.Fr. 200, Pl.Grg. 494e, etc.
    c c. inf., to be ashamed to do a thing (and therefore not to do it), Hdt.1.82, A.Ag. 856, Ch. 917, Pl.R. 414e, Phdr. 257d, etc.; though this condition must not be pressed absolutely, cf. Ap. 22b.
    d foll. by relat. clause, αἰσχύνεσθαι εἰ.. to be ashamed that.., S.El. 254, And.4.42;

    ἐάν.. X.Oec.21.4

    ;

    μὴ.. Pl.Tht. 183e

    , cf. Machoap.Ath.13.579f;

    ὅτι.. Lys.2.23

    .
    3 c. acc. pers., to feel shame before one, E. Ion 934, 1074, Pherecr.23.6, Pl.Smp. 216b; τοὺς γέροντας (at Sparta) Aeschin.1.180; ὅστις γὰρ αὐτὸς αὑτὸν οὐκ αἰσχύνεται, πῶστόν γε μηδὲν εἰδότ' αἰσχυνθήσεται; Philem.229, cf. Gal. 5.26: c. acc. et inf., E.Hel. 415;

    ᾑσχύνθημεν θεοὺς.. προδοῦναι αὐτόν X.An.2.3.22

    ;

    αἰσχύνομαι ὑμᾶς λέγειν D.40.48

    ;

    αἰ. πρός τινα Arist.Rh. 1383b12

    .

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > αἰσχύνω

  • 4 τράπεζα

    τρᾰπεζα (-αν, -ᾶν, -αιςι).)
    a table, fig., feast (cf. Wil. on Eur., Her. 385.)

    οἷα παίζομεν φίλαν ἄνδρες ἀμφὶ θαμᾰ τράπεζαν O. 1.17

    τραπέζαισί τ' ἀμφὶ δεύτατα κρεῶν σέθεν διεδάσαντο O. 1.50

    πλείσται- σι βροτῶν ξεινίαις αὐτοὺς ἐποίχονται τραπέζαις (sc. θεούς) O. 3.40

    οὐκ' ἔμειν ἐλθεῖν τράπεζαν νυμφίαν P. 3.16

    καὶ ξενίου Διὸς ἀσκεῖται θέμις αἰενάοις ἐν τραπέζαις N. 11.9

    οὐδέ ποτε ξενίαν οὖρος ἐμπνεύσαις ὑπέστειλ' ἱστίον ἀμφᾰ τράπεζαν I. 2.40

    ]

    τράπεζαν θεῶν ἐπ' ἀμβρ[ο Pae. 15.7

    ἀπὸ μὲν λευκὸν γάλα χερσὶ τραπεζᾶν ὤθεον fr. 166. 3. ἥρωες αἰδοίαν ἐμείγνυντ' ἀμφὶ τράπεζαν θαμά fr. 187.
    b manger ὁ δ' ἄφ[αρ π]λεκτόν τε χαλκὸν ὑπερη[.. ]. ε τραπεζαν προβάτων ἁλυσιωτὸν ( τραπεζᾶν Π, sed cf. test., Arist. Byz., fr. 42 N., Πίνδαρος τὰς Διομήδους ἵππους πρόβατα καλεῖ, τὴν φάτνην αὐτῶν λέγων προβάτων τράπεζαν = fr. 316 Schr.) fr. 169. 27.

    Lexicon to Pindar > τράπεζα

  • 5 ἀμφί

    ἀμφί A prep. I c. acc.
    1 of place.
    a beside, around

    παίζομεν φίλαν ἄνδρες ἀμφὶ θαμὰ τράπεζαν O. 1.17

    γλυκὺν ἀμφὶ κᾶπον P. 5.24

    Ἐφυραίων ὄπ' ἀμφὶ Πηνειὸν γλυκεῖαν προχεόντων ἐμὰν P. 10.56

    οὐδέ ποτε ξενίαν οὗρος ἐμπνεύσαις ὑπέστειλ' ἱστίον ἀμφὶ τράπεζαν I. 2.40

    ἥρωες αἰδοίαν ἐμείγνυντ' ἀμφὶ τράπεζαν θαμά fr. 187.
    b at, in

    θαυμαστὸς ἐὼν φάνη Ζηνὸς ἀμφὶ πανάγυριν Λυκαίου O. 9.96

    c met., over, in defence of

    ἁνίκ' ἀμφὶ Πύλον σταθεὶς ἤρειδε Ποσειδάν O. 9.31

    2 of time. during, for

    λοιπὸν ἀμφὶ βίοτον O. 1.97

    τὸν ὅλον ἀμφὶ χρόνον O. 2.30

    τραπέζαισί τ' ἀμφὶ δεύτατα κρεῶν σέθεν διεδάσαντο (sign. dub.: during the last courses: others assume ἀμφί to be adverbial, or join it with τραπέζαις) O. 1.50
    3 in the manner of, after ἀείδετο δὲ

    πὰν τέμενος τὸν ἐγκώμιον ἀμφὶ τρόπον O. 10.77

    4 about, concerning

    κελαδέοντι μὲν ἀμφὶ Κινύραν πολλάκις φᾶμαι Κυπρίων P. 2.15

    ὦναξ, ἑκόντι δ' εὔχομαι νόῳ κατά τιν ἁρμονίαν βλέπειν ἀμφ ἕκαστον ὅσα νέομαι P. 8.69

    εὐθὺς δ' ἀπήμων κραδία κᾶδος ἀμφ ἀλλότριον N. 1.54

    ἢ ἀμφ' Ἰόλαον; (sc. θυμὸν τεὸν εὔφρανας;) I. 7.9 ]

    ν ἀμφὶ πόλιν φλεγε[ Pae. 18.4

    II c. gen.
    1 about, concerning

    ἔστι δ' ἀνδρὶ φάμεν ἐοικὸς ἀμφὶ δαιμόνων καλά O. 1.35

    σύμβολον δ' οὔ πώ τις ἐπιχθονίων πιστὸν ἀμφὶ πράξιος ἐσσομένας εὗρεν θεόθεν O. 12.8

    μακρὰ μὲν τὰ Περσέος ἀμφὶ Μεδοίσας Γοργόνος N. 10.4

    2 for the sake of

    τᾶς εὐδαίμονος ἀμφὶ Κυράνας θέμεν σπουδὰν ἅπασαν P. 4.276

    οἷοι Λιβύσσας ἀμφὶ γυναικὸς ἔβαν Ἴρασα πρὸς πόλιν P. 9.105

    ἁλίκων τῶ τις ἁβρὸν ἀμφὶ παγκρατίου Κλεάνδρῳ πλεκέτω μυρσίνας στέφανον I. 8.66

    III c. dat.
    1 beside

    ἦ πολλ' ἀμφὶ κρουνοῖς ἔπαθεν O. 13.63

    ἀμφὶ Παγγαίου θεμέθλοις ναιετάοντες P. 4.180

    τό σφ' ἔχει κυπαρίσσινον μέλαθρον ἀμφ ἀνδριάντι σχεδόν P. 5.40

    κεῖνος ἀμφ' Ἀχέροντι ναιετάων N. 4.85

    ἦ μὰν ἀνόμοιά γε δᾴοισιν ἐν θερμῷ χροὶ ἕλκεα ῥῆξαν τὰ μὲν ἀμφ' Ἀχιλεῖ νεοκτόνῳ N. 8.30

    βαθυκρήμνοισι δ' ἀμφ ἀκταῖς Ἑλώρου N. 9.40

    ἀμφί τε Παρνασσίαις πέτραις Pae. 2.97

    2 round, on

    ἀμφὶ κόμαισι βάλῃ κόσμον ἐλαίας O. 3.13

    ἀμφὶ δ' ἀνθρώπων φρασὶν ἀμπλακίαι κρέμανται O. 7.24

    τρία ἔργα ποδαρκὴς ἁμέρα θῆκε κάλλιστ' ἀμφὶ κόμαις O. 13.39

    φάρμακον πραὺ τείνων ἀμφὶ γένυι O. 13.85

    δεξιτέρῳ μόνον ἀμφὶ ποδί P. 4.96

    3 in respect of, in the field of, esp. of what is at stake.

    αἰεὶ δ' ἀμφ ἀρεταῖσι πόνος δαπάνα τε μάρναται πρὸς ἔργον O. 5.15

    μήλων τε κνισσαέσσα πομπὰ καὶ κρίσις ἀμφ' ἀέθλοις O. 7.80

    εὔχομαι ἀμφὶ καλῶν μοίρᾳ νέμεσιν διχόβουλον μὴ θέμεν O. 8.86

    οἷον δ' ἐν Μαραθῶνι μένεν ἀγῶνα

    πρεσβυτέρων ἀμφ' ἀργυρίδεσσιν O. 9.90

    ἐν ἡρωίαις ἀρεταῖσιν οὐ ψεύσομ' ἀμφὶ Κορίνθῳ O. 13.52

    καὶ τὸ λοιπὸν ὁμοῖα διδοῖτ' ἐπ ἔργοισιν ἀμφί τε βουλαῖς ἔχειν P. 5.119

    ὕπατος ἀμφὶ τοκεῦσιν ἔμμεν πρὸς ἀρετάν P. 6.42

    ξυναῖσι δ' ἀμφ ἀρεταῖς τέταμαι P. 11.54

    ὅσσα δ' ἀμφ ἀέθλοις Τιμοδημίδαι ἐξοχώτατοι προλέγονται N. 2.17

    πέφανται οὐκ ἄμμορος ἀμφὶ πάλᾳ κυναγέτας N. 6.14

    χρεῖαι δὲ παντοῖαι φίλων ἀνδρῶν· τὰ μὲν ἀμφὶ πόνοις ὑπερώτατα N. 8.42

    ὃς δ' ἀμφ ἀέθλοις ἢ πολεμίζων ἄρηται κῦδος ἁβρὸν I. 1.50

    μαρνάσθω τις ἔρδων ἀμφ' ἀέθλοισιν I. 5.55

    4 owing toΠέργαμος ἀμφὶ τεαῖς, ἥρως, χερὸς ἐργασίαις ἁλίσκεταιO. 8.42

    κῆλα δὲ καὶ δαιμόνων θέλγει φρένας ἀμφί τε Λατοίδα σοφίᾳ βαθυκόλπων τε Μοισᾶν P. 1.12

    ὕμνον τὸν ἐδέξαντ' ἀμφ ἀρετᾷ P. 1.80

    τεὸν χρέος, ὦ παῖ, νεώτατον καλῶν, ἐμᾷ ποτανὸν ἀμφὶ μαχανᾷ P. 8.34

    μάντιν τ' ὄλεσσε κόραν, ἐπεὶ ἀμφ Ἑλένᾳ πυρωθέντων Τρώων ἔλυσε δόμους ἁβρότατος P. 11.33

    σέο δ' ἀμφὶ τρόπῳ τῶν τε καὶ τῶν χρήσιες (“ton caractère te permet d'employer l'une comme l'autre.” Puech.) N. 1.29

    τὸν γὰρ Ἴδας ἀμφὶ βουσίν πως χολωθεὶς N. 10.60

    ἢ ἀμφὶ πυκναῖς Τειρεσίαο βουλαῖς; (sc. θυμὸν τεὸν εὔφρανας;) I. 7.8

    Ζεὺς ὅτ' ἀμφὶ Θέτιος ἀγλαός τ ἔρισαν Ποσειδὰν γάμῳ I. 8.27

    πιστὰ δ' Ἀγασικλέει μάρτυς ἤλυθον ἐς χορὸν ἐσλοῖς τε γονεῦσιν ἀμφὶ προξενίαισι Παρθ. 2. 41.
    5 in honour of

    ἀνδρὸς ἀμφὶ παλαίσμασιν φόρμιγγἐλελίζων O. 9.13

    ἀναβάσομαι στόλον ἀμφ' ἀρετᾷ κελαδέων P. 2.62

    ἀμφὶ Νεμέᾳ πολύφατον θρόον ὕμνων δόνει ἡσυχᾷ N. 7.80

    6 of time, in the course of

    ἁλίῳ ἀμφ' ἑνί O. 13.37

    B adv., all round

    ἀμφὶ δὲ παρδαλέᾳ στέγετο φρίσσοντας ὄμβρους P. 4.81

    εἶπε δ' ἐν μέσσοις ἀπάγεσθαι, ὃς ἂν πρῶτος θορὼν ἀμφί οἱ ψαύσειε πέπλοις P. 9.120

    οὐδὲ μολόντων πὰρ ματέρ' ἀμφὶ γέλως γλυκὺς ὦρσεν χάριν P. 8.85

    Lexicon to Pindar > ἀμφί

  • 6 τράπεζα

    τράπεζ-α [pron. full] [τρᾰ], ης, , [dialect] Dor. [full] τράπεσδα Alcm.74b:—
    A table, esp. dining-table, eating-table, freq. in Hom., Τηλεμάχοιο τ., ἐμὴ τ., Od.17.333, 447, cf. IG12.330.4, Men.518.2;

    τ. παραθεῖναι Hdt.6.139

    , Alex.171;

    παρέκειτο τ. Il.24.476

    ; τ. εἰσφέρειν, ἐπάγειν, Ar.V. 1216, Anaxandr. 2 (but ἐσῄρετο is prob. cj.);

    ἡ τ. εἰσῄρετο Ar.Ra. 518

    ;

    τ. ἀφαιρεῖν Od. 19.61

    , X.Smp.2.1 ([voice] Pass.);

    αἴρειν Men.273

    , cf. 451;

    ἐκφέρειν Pl.Com. 69.2

    ; ξενίη τ. the hospitable board,

    ἴστω Ζεύς.. ξενίη τε τ. Od.14.158

    , cf. 21.28;

    ᾔσχυνε ξενίαν τ. κλοπαῖσι A.Ag. 401

    (lyr.), cf. 701 (lyr.);

    ὅρκον μέγαν, ἅλας τε καὶ τράπεζαν Archil.96

    , cf. Wilcken Chr.11.58 (ii B. C.);

    ἡ ξενικὴ τ. Aeschin.3.224

    ;

    τοὺς τῆς πόλεως ἅλας καὶ τὴν δημοσίαν τ. Id.2.22

    ; δέξασθαι τραπέζῃ καὶ κοίτῃ entertain at bed and board, Hdt.5.20;

    κοίτης μεθέξουσα καὶ τραπέζης μόνον Plu.Brut.13

    ;

    ἐπὶ τὰς αὐτὰς τ. ἰέναι Antipho 2.1.10

    ; τράπεζαν Περσικὴν παρετίθετο he kept a table in the Persian fashion, Th.1.130;

    τ. κοσμεῖν X. Cyr.8.2.6

    , etc.; εἰς ἀλλοτρίαν τ. ἀποβλέπειν live at other men's table, at their expense, Id.An.7.2.33; τὴν τ. ἀνατρέπειν upset the table, D.19.198; prov. of a spendthrift, And.1.130; table dedicated to the gods, on which meats and offerings were set out, IG12.190.4, 840.19, 22.1245.6, 1534.163, 1933.2, Din.3.2;

    τ. ἱερά PCair.Zen. 708

    (iii B. C.); ἐπὶ τὴν τ. τῶν Διοσκόρων ib.569.24 (iii B. C.); τ. Κυρίου, τ. δαιμονίων, 1 Ep.Cor.10.21.
    2 table, as implying what is upon it, meal,

    ἄνομος τ. Hdt.1.162

    , cf. E.Alc.2, X.An.7.3.22; also

    βορᾶς τ. S.OT 1464

    ; Συρακοσίων τ., prov. of luxurious living, Ar.Fr. 216, cf. Pl.R. 404d; Σικελικαὶ τ. prov. ap. Jul. Or.6.203a;

    πολυτελὴς τ. Epicur.Ep.3p.64U.

    ; δεύτεραι τ. the second course, Plu.2.133e, Ath.14.639b; cf. τράγημα.
    II money-changer's counter,

    ἐν ἀγορᾷ ἐπὶ τῶν τ. Pl.Ap. 17c

    , cf. Plu.2.70f;

    αἱ τ. τῶν κολλυβιστῶν Ev.Matt.21.12

    ; most freq. bank, Lys 9.5, etc.; ἡ ἐργασία ἡ τῆς τ. the right to operate the bank, D.36.6; ἡ ἐγγύη ἡ ἐπὶ τὴν τ. security given to the bank, Id.33.10;

    δοῦναι ἀργύριον ἐπὶ τ. Ev.Luc.19.23

    ;

    τὸ ἐπὶ τὴν τ. χρέως D.33.24

    ;

    οἱ ἐπὶ ταῖς τ.

    bankers,

    Isoc.17.2

    ; κατασκευάζεσθαι τράπεζαν set up a bank, Is.Fr.66; τῆς τ. ἀνασκευασθείσης the bank having been broken, D.33.9; δημοσία τ. public bank at Delos, IG22.2336.180 (i B. C.); in Egypt, POxy. 835 (Aug.), etc.; βασιλικὴ τ. in Egypt, PEleph.27.22 (iii B. C.), PTeb.27.70 (ii B. C.), etc.;

    χειριστὴς τῆς ἐν τῇ Πολέμωνος μερίδι τ. PEnteux.38.1

    (iii B. C.); opp.

    ἰδιωτικὴ τ. POxy. 305

    (i A. D.), etc.; κολλυβιστικαὶ τ. ib.1411.4 (iii A. D.).
    1 cross bench in which the mast is fixed, Sch. Il.15.729; τ. δολωνική, v. δολωνικός.
    2 platform on which slaves were exposed for sale, Ar.Fr. 874.
    3 tablet or slab with a relief or inscription, τ. χαλκῆ Orac. ap. D.21.53, cf. Paus.8.31.3; at a tomb, Plu.2.838c.
    4 plinth of a statue, CIG4702.7 (Egypt, iv B. C.).
    b lamp- stand, PSI4.428.39 (iii B. C.).
    5 nether millstone, BGU251.17 (i A. D.), Poll.7.19.
    6 part of a torsion engine, prob. the plinth, Ph.Bel.54.2, HeroBel.100.1.
    7 part of the liver, Nic.Th. 560, Polyaen.4.20, Ruf.Onom. 180.
    8 shoulder-blade, Poll.2.177.
    9 grinding surface of the teeth, ib.93, Ruf.Onom.54. (The word is shortd. from τετράπεζα; hence the question καὶ πόθεν ἐγὼ τρίπουν τ. λήψομαι; as if this were an absurdity, Ar.Fr. 530;

    τ. τρισκελεῖς Cratin.301

    :—so τρίπεζα, τρέπεδδα (qq. v.), of three-legged tables.)

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > τράπεζα

  • 7 οὐδέ

    1 following affirmative sent., cl.
    a and... not

    ὡς δ' ἄφαντος ἔπελες, οὐδὲ φῶτες ἄγαγον O. 1.46

    ὣς ἔννεπεν, οὐδ' ἀκράντοις ἐφάψατο ἔπεσι O. 1.86

    περὶ θνατῶν δ' ἔσσεσθαι μάντιν ἔξοχον, οὐδέ ποτ ἐκλείψειν γενεάν O. 6.51

    ἤρειδεν δέ μιν Φοῖβος, οὐδ' Ἀίδας ἀκινήταν ἔχε ῥάβδον O. 9.33

    οὐδέ μιν φόρμιγγες δέκονται P. 1.97

    φρενῶν ἔλαχε καρπὸν ἀμώμητον, οὐδ' ἀπάταισι θυμὸν τέρπεται P. 2.74

    οὐδ' ἀπίθησέ νιν, ἀλλ P. 4.36

    οὐδὲ κομᾶν πλόκαμοι ᾤχοντ' ἀγλαοί, ἀλλ P. 4.82

    οὐδ' ἀλλοτρίων ἔρωτες ἀνδρὶ φέρειν κρέσσονες N. 3.30

    οὐδέ μίν ποτε φόβος ἀνδροδάμας ἔπαυσεν ἀκμὰν φρενῶν N. 3.39

    οὐδὲ θερμὸν ὕδωρ τόσον γε μαλθακὰ τεύχει γυῖα N. 4.4

    σοφοὶ δὲ μέλλοντα τριταῖον ἄνεμον ἔμαθον οὐδ' ὑπὸ κέρδει βλάβεν N. 7.18

    οὐδ' Ὑπερμήστρα παρεπλάγχθη N. 10.6

    οὐδ' ἀμόχθῳ καρδίᾳ προσφέρων τόλμαν παραιτεῖται χάριν N. 10.30

    οὐδὲ παναγυρίων ξυνᾶν ἀπεῖχον καμπύλον δίφρον I. 4.28

    οὐδ' ἔστιν οὕτω βάρβαρος οὔτε παλίγγλωσσος πόλις, ἅτις οὐ Πηλέος ἀίει κλέος I. 6.24

    b adversative, butnot

    οὐδ' ἔλαθ Αἴπυτον ἐν παντὶ χρόνῳ κλέπτοισα θεοῖο γόνον O. 6.36

    οὐδ' ἔλαθε σκοπόν P. 3.27

    οὐδέ ποτε ξενίαν οὖρος ἐμπνεύσαις ὑπέστειλ' ἱστίον ἀμφὶ τράπεζαν I. 2.39

    2 following a neg. sent., phrase, nor
    a

    κέκριται πεῖρας οὔ τι θανάτου, οὐδ' ὁπότε O. 2.32

    οὐ χθόνα ταράσσοντες ἐν χερὸς ἀκμᾷ οὐδὲ πόντιον ὕδωρ ἀλλὰ O. 2.64

    οὐκ ἔμειν' ἐλθεῖν τράπεζαν νυμφίαν οὐδὲ παμφώνων ἰαχὰν ὑμεναίων P. 3.17

    οὔ τί που οὗτος Ἀπόλλων οὐδὲ μὰν χαλκάρματός ἐστι πόσις Ἀφροδίτας” P.4.87. “ οὐ πρέπει νῷνχαλκοτόροις ξίφεσιν οὐδ' ἀκόντεσσιν τιμὰν δάσασθαιP. 4.148

    οὐκ ἐρίζων ἀντία τοῖς ἀγαθοῖς οὐδὲ μακύνων τέλος οὐδέν P. 4.286

    οὔ μιν ἄλυξεν, οὐδὲ μὰν βασιλεὺς Γιγάντων P. 8.17

    καίπερ ἐφαμερίαν οὐκ εἰδότες οὐδὲ μετὰ νύκτας ἄμμε πότμος ἅντιν' ἔγραψε δραμεῖν ποτὶ στάθμαν N. 6.6

    αἰσιᾶν οὐ κατ' ὀρνίχων ὁδόν· οὐδὲ Κρονίων ἀστεροπὰν ἐλελίξαις οἴκοθεν μαργουμένους στείχειν ἐπώτρυν N. 9.19

    ἀλλ' οὔ νιν φλάσαν οὐδ ἀνέχασσαν N. 10.69

    οὐ φιλοκερδής πω τότ' ἦν οὐδ ἐργάτις· οὐδ ἐπέρναντο γλυκεῖαι μαλθακόφωνοι ἀοιδαί I. 2.6

    —7.

    οὐ γὰρ πάγος οὐδὲ προσάντης ἁ κέλευθος γίνεται I. 2.33

    οὔτοι τετύφλωται μακρὸς μόχθος ἀνδρῶν οὐδ' ὁπόσαι δαπάναι ἐλπίδων ἔκνιξ ὄπινI. 5.57 κεῖνον οὐ σὴς οὐδὲ κὶς δάπτει (v. l. οὐ κὶς) fr. 222. 2. στῆναι μὲν οὐ θέμις οὐδὲ παύσασθαι φορᾶς ?fr. 358. irregularly coordinated,

    ἅτις οὐ Πηλέος ἀίει κλέος οὐδ' ἅτις Αἴαντος Τελαμωνιάδα καὶ πατρός I. 6.26

    b

    οὔτε οὐδέ. τοῖς οὔτε νόστος ὁμῶς ἔπαλπνος ἐν Πυθιάδι κρίθη, οὐδὲ μολόντων πὰρ ματέρ' ἀμφὶ γέλως γλυκὺς ὦρσεν χάριν P. 8.85

    c

    τε οὐ οὐδέ. Οὐλυμπίᾳ τε Θεόγνητον οὐ κατελέγχεις, οὐδὲ Κλειτομάχοιο νίκαν Ἰσθμοῖ θρασύγυιον P. 8.37

    d

    οὐδὲ οὐδέ. ἐξίκετ' οὐδ ἀνέμους ἔ[λ]ᾳ[θ]εν οὐδὲ τὸν εὐρυφαρέτραν ἑκαβόλον Pae. 6.110

    οὐδὲ πελέκεις οὐδὲ Σειρήν (“[οὐ]-οὐδὲ οὐδὲ to be presumed, Zuntz, C. R., 1935, 5) ?fr. 339.
    e οὔτοι οὐδέ. οὔτοι με ξένον οὐδ' ἀδαήμονα Μοισᾶν ἐπαίδευσαν κλυταὶ Θῆβαι fr. 198a.
    f fragg. ]γονουτουν ἀμπελ[ ]ιατων οὐδ' Ἀχελωιο[ ( οὔτ' ὦν οὐδὲ vid. Lobel) Πα. 13. c. 11. ἀνδροφθόρον, οὐδὲ σιγᾷ κατερρύη fr. 177b. ]αιων οὐδέ μ[ιν fr. 51 f. c. 5.
    3 not... even

    οὐδ' ἂν χρόνος δύναιτο θέμεν O. 2.16

    οὐδὲ γὰρ θεοὶ σεμνᾶν Χαρίτων ἄτερ κοιρανέοντι χοροὺς οὔτε δαῖτας (Schneidewin: οὔτε codd.) O. 14.8

    ἀλλ' οὐδὲ ταῦτα νόον ἰαίνει φθονερῶν P. 2.89

    τὰν οὐδὲ Πορφυρίων

    μάθεν P. 8.12

    τὸν μὲν οὐδὲ θανόντ' ἀοιδαὶ ἔλιπον (Boeckh: οὔτε codd.) I. 8.56

    Lexicon to Pindar > οὐδέ

  • 8 ἐμπνέω

    1 blow upon abs.

    οὐδέ ποτε ξενίαν οὖρος ἐμπνεύσαις ὑπέστειλ' ἱστίον ἀμφὶ τράπεζαν I. 2.40

    met., c. dat. & acc. πατρὶ δὲ πατρὸς ἐνέπνευσεν μένος (sc. Alkimedon, by his victories) O. 8.70

    Lexicon to Pindar > ἐμπνέω

  • 9 ἐπί

    ἐπί (ἐπ, ἐφ; ἔπι following noun governed, P. 5.93, P. 8.89, etc.: following verb in tmesis, O. 3.6, P. 9.124, P. 5.124 coni.: combined with
    1

    διά N. 6.48

    , I. 4.41, with

    ἐν N. 5.2

    )
    1 prep. c. acc.
    a to, towards

    νίσοντ' ἐπ ἀνθρώπους ἀοιδαί O. 3.10

    ἄλλα δ' ἐπ ἄλλον ἔβαν ἀγαθῶν O. 8.12

    καί κεν ἐν ναυσὶν μόλον Ἰονίαν τάμνων θάλασσαν Ἀρέθοισαν ἐπὶ κράναν P. 3.69

    σὺν Νότου δ' αὔραις ἐπ Ἀξείνου στόμα πεμπόμενοι P. 4.203

    ἐγκωμίων γὰρ ἄωτος ὕμνων ἐπ' ἄλλοτ ἄλλον ὥτε μέλισσα θύνει λόγον P. 10.54

    εὔθυν' ἐπὶ τοῦτον, ἄγε Μοῖσα, οὖρον ἐπέων εὐκλέα N. 6.28

    Ζεὺς ἐπ' Ἀλκμήναν Δανάαν τε μολὼν N. 10.11

    ταχέως δ' ἐπ ἀδελφεοῦ βίαν πάλιν χώρησεν N. 10.73

    ὅσσα δ' ἐπ ἀνθρώπους ἄηται μαρτύρια φθιμένων ζωῶν τε φωτῶν ἀπλέτου δόξας I. 4.9

    ἐπὶ δὲ στρατὸν ἄις[σε fr. 33a.

    ἐπὶ γῆρας ἱξέμεν βίου Pae. 6.116

    ]επὶ βρέφος οὐρανίου Διὸς[ Pae. 20.9

    πορευθέντ' ἐπὶ τὸν κισσοδαῆ θεόν fr. 75. 9. τότε βάλλεταὶ τότ' ἐπ ἀμβρόταν χθόν ἐραταὶ ἴων φόβαὶ fr. 75. 16. ἐπεὶ Γηρυόνα βόας Κυκλώπειον ἐπὶ πρόθυρον Εὐρυσθέος ἔλασεν (v. l. Κυκλωπείων ἐπὶ προθύρων) fr. 169. 7.
    b over, across

    πέταται δ' ἐπί τε χθόνα καὶ διὰ θαλάσσας τηλόθεν ὄνυμ αὐτῶν N. 6.48

    καὶ πάγκαρπον ἐπὶ χθόνα καὶ διὰ πόντον I. 4.41

    ἁλὸς ἐπὶ

    κῦμα βάντες ἦλθον ἄγγελοι Pae. 6.100

    πεφόρητο δ' ἐπ Αἰγαῖον θαμά (sc. Ἀστερία) Πα. 7B. 49. πάντ' ἐπ οἶμον *fr. 107a. 6*. τέρπεται δὲ καί τις ἐπ' οἶδμ ἅλιον ναὶ θοᾷ διαστείβων fr. 221. 4.
    c in the direction of; on

    σύ τοι χε-ς θών νιν ἐπὶ δεξιὰ χειρὸς P. 6.19

    ἐδόκησαν ἐπ' ἀμφότερα μαχᾶν τάμνειν τέλος, τοὶ μὲν Ἑλέναν κομίζοντες, οἱ δ ἀπὸ πάμπαν εἴργοντες in both directions, on both sides O. 13.57 πρίν τις εὐθυμίᾳ σκιαζέτω νόημ' ἄκοτον ἐπὶ μέτρα (μετρίως Σ.) Pae. 1.3
    d of purpose, for

    ἦλθε καὶ Γανυμήδης Ζηνὶ τωὔτ' ἐπὶ χρέος O. 1.45

    πέμψε δ' Ἑρμᾶς χρυσόραπις διδύμους υἱοὺς ἐπ ἄτρυτον πόνον P. 4.178

    Πυθοῖ τε γυμνὸν ἐπὶ στάδιον καταβάντες P. 11.49

    ἀναπνέομεν δ' οὐχ ἅπαντες ἐπὶ ἴσα N. 7.5

    ἀνὰ δ' αὐλὸν ἐπ αὐτὰν ὄρσομεν ἱππίων ἀέθλων κορυφάν N. 9.8

    Κάστορος δ' ἐλθόντος ἐπὶ ξενίαν πὰρ Παμφάη N. 10.49

    2 c. gen.,
    a upon

    ἐμὲ δ' ἐπὶ ταχυτάτων πόρευσον ἁρμάτων O. 1.77

    ἀλλ' ἐπὶ χώρας αὖτις ἕσσαι P. 4.273

    θαέομαι σαφὲς δράκοντα ποικίλον αἰθᾶς Ἀλκμᾶν' ἐπ ἀσπίδος νωμῶνταP. 8.46

    ἐλινύσοντα ἐργάζεσθαι ἀγάλματ' ἐπ αὐτᾶς βαθμίδος ἑσταότ N. 5.1

    ἀλλ' ἐπὶ πάσας ὁλκάδος ἔν τ ἀκάτῳ, γλυκεἶ ἀοιδά, στεῖχ ἀπ Αἰγίνας N. 5.2

    λεχέων ἐπ' ἀμβρότων Pae. 6.140

    b in the days of, at the time of

    τέκεν ἑπτὰ σοφώτατα νοήματ' ἐπὶ προτέρων ἀνδρῶν παραδεξαμένους παῖδας O. 7.72

    ὁ δὲ καλόν τι νέον λαχὼν ἁβρότατος ἔπι μεγάλας ἐξ ἐλπίδος πέταται ὑποπτέροις ἀνορέαις P. 8.89

    3 c. dat.,
    a upon, at, on esp. of rivers, springs.

    πενταετηρίδ' θῆκε ζαθέοις ἐπὶ κρημνοῖς Ἀλφεοῦ O. 3.22

    Ζηνὸς ἐπ' ἀκροτάτῳ βωμῷ χρηστήριον θέσθαι κέλευσεν O. 6.70

    δόξαν ἔχω τιν' ἐπὶ γλώσσᾳ λιγυρᾶς ἀκόνας O. 6.82

    ὦ Πίσας εὔδενδρον ἐπ' Ἀλφεῷ ἄλσος O. 8.9

    δάμασε καὶ κείνους Ἡρακλέης ἐφ' ὁδῷ O. 10.30

    ἐπ' Ἀλφεοῦ ῥεέθροισιν O. 13.35

    [ τὰ δ' ἐπ ὀφρύι Παρνασσίᾳ ἕξ (v. l. ὑπ) O. 13.106] “ μεμάντευμαι δ' ἐπὶ ΚασταλίᾳP. 4.163

    ἐπ' Ἀπόλλωνός τε κράνᾳ P. 4.294

    πρυμνοῖς ἀγορᾶς ἔπι δίχα κεῖται θανών P. 5.93

    Ἰφιγένεἰ ἐπ' Εὐρίπῳ σφαχθεῖσα τῆλε πάτρας P. 11.22

    ὄχθαις ἔπι μηλοβότου ναίεις Ἀκράγαντος ἐύδματον κολώναν P. 12.2

    ἔσταν δ' ἐπ αὐλείαις θύραις ἀνδρὸς φιλοξείνου N. 1.19

    ὃν Ψαμάθεια τίκτ' ἐπιλτ;γτ; ῥηγμῖνι πόντου N. 5.13

    ἐπ' Ἀσωποῦ ῥεέθροις N. 9.9

    ἐπ' Εὐρώτα ῥεέθροις I. 5.33

    ἢ Δωρίδ' ἀποικίαν οὕνεκεν ὀρθῷ ἔστασας ἐπὶ σφυρῷ Λακεδαιμονίων; I. 7.13

    ὕδατι γὰρ ἐπὶ χαλκοπύλῳ Pae. 6.7

    ὑδάτεσσι δ' ἐπ Ἀσωποῦ Pae. 6.134

    ]αις ἐπ Ἰσμηνίαι[ς Πα. 7C. a. 7. θεῶν ἐπὶ βωμοῖς (haec verba praebet codd. Plutarchi, non habet pap.) Θρ. 7. 10.
    b down upon with verb of movement.

    κελαινῶπιν δ' ἐπί οἱ νεφέλαν ἀγκύλῳ κρατὶ κατέχευας P. 1.7

    ἥρως ἐπ' ἀκταῖσιν θορὼνP. 4.36

    καί σφιν ἐπὶ γλυκεραῖς εὐναῖς ἐρατὰν βάλεν αἰδῶ P. 9.12

    τὸν δὲ σύγκοιτον γλυκὺν παῦρον ἐπὶ γλεφάροις ὕπνον ἀναλίσκοισα ῥέποντα πρὸς ἀῶ P. 9.24

    Ζεὺς δ' ἐπ Ἴδᾳ πυρφόρον πλᾶξε ψολόεντα κεραυνόν N. 10.71

    ἀπὸ Ταυγέτοιο μὲν Λάκαιναν ἐπὶ θηρσὶ κύνα τρέχειν πυκινώτατον ἑρπετόν i. e. run down beasts fr. 106. 2. ἐπὶ λεπτῷ δενδρέῳ (sc. βαίνειν) fr. 230.
    c upon, over

    δόλιος γὰρ αἰὼν ἐπ' ἀνδράσι κρέμαται I. 8.14

    φιλέων δ' ἂν εὐχοίμαν Κρονίδαις ἐπ Αἰολάδᾳ καὶ γένει εὐτυχίαν τετάσθαι Παρθ. 1. 12. τὰν δ ἐπ αὐχένι στρέφοισαν κάρα (sc. ἔλαφον) *fr. 107a. 6.* [ τοῦτο δόμεν γέρας ἐπὶ Βάττου γένει (codd.: ἔπι Tric.) P. 5.124]
    d upon, in addition to

    κλεινᾷ τ' ἐν Ἰσθμῷ τετράκις εὐτυχέων, Νεμέᾳ τ ἄλλαν ἐπ ἄλλᾳ O. 7.82

    ἐσλὰ δ' ἐπ ἐσλοῖς ἔργα θέλοι δόμεν O. 8.84

    κόσμον ἐπὶ στεφάνῳ χρυσέας ἐλαίας ἁδυμελῆ κελαδήσω O. 11.13

    πέμπτον ἐπὶ εἴκοσι

    τοῦτο γαρύων εὖχος ἀγώνων ἄπο N. 6.58

    e towards, in the direction of

    ἐπί τοι Ἀκράγαντι τανύσαις αὐδάσομαι O. 2.90

    Ὀρσοτρίαινα δ' ἐπ Ἰσθμῷ ποντίᾳ ἅρμα θοὸν τάνυεν O. 8.49

    f in respect, consideration of

    αἰὼν πλοῦτόν τε καὶ χάριν ἄγων γνησίαις ἐπ' ἀρεταῖς O. 2.11

    Θαλία τε ἐρασίμολπε, ἰδοῖσα τόνδε κῶμον ἐπ' εὐμενεῖ τύχᾳ κοῦφα βιβῶντα O. 14.16

    ὁ δὲ λόγος ταύταις ἐπὶ συντυχίαις δόξαν φέρει P. 1.36

    ἀστῶν δ' ἀκοὰ κρύφιον θυμὸν βαρύνει μάλιστ ἐσλοῖσιν ἐπ ἀλλοτρίοις P. 1.84

    καὶ τὸ λοιπὸν ὁμοῖα, Κρονίδαι μάκαρες, διδοῖτ' ἐπ ἔργοισιν ἀμφί τε βουλαῖς ἔχειν P. 5.119

    τοῖσι τέλειον ἐπ' εὐχᾷ κωμάσομαί τι παθὼν ἐσλόν P. 9.89

    Μοῖσα δ' οὐκ ἀποδαμεῖ τρόποις ἐπὶ σφετέροισι P. 10.38

    ἐφ' ἑκάστῳ ἔργματι κεῖτο τέλος I. 1.26

    μισθὸς γὰρ ἄλλοις ἄλλος ἐπ' ἔργμασιν ἀνθρώποις γλυκύς I. 1.47

    τίμαθεν ἀμφικτιόνεσσιν ἵππων τ' ὠκυπόδων πολυγνώτοις ἐπὶ νίκαις Παρθ. 2. 45. similarly: θεὸς ἅπαν ἐπὶ ἐλπίδεσσι τέκμαρ ἀνύεται i. e. according to P. 2.49 μή τινα παρὰ ματρὶ μένειν ἀλλ' ἐπὶ καὶ θανάτῳ φάρμακον κάλλιστον ἑᾶς ἀρετᾶς ἅλιξιν εὑρέσθαι at the cost of P. 4.186 [ ἐπ' ἄλλοισι δ ἄλλοι μέγαλοι (byz.: om. codd.: ἐν add cod. V.) O. 1.113]
    g in the power of

    τὰ δ' οὐκ ἐπ ἀνδράσι κεῖται. δαίμων δὲ παρίσχει P. 8.76

    h frag. ] μιᾷ δ' ἐπὶ θήκᾳ[ fr. 169. 49.
    4 fragg. “ἐπὶ π[ ] κατερεῖψαι Πα. 8A. 22. ]

    τράπεζαν θεῶν ἐπ' ἀμβρ[ο Pae. 15.7

    ἐφθέγξάμαν ἔπι [ (Hermann: ἐπί codd.) fr. 177f.
    5 in tmesis. τρίτον ἔπι στέφανον βαλών (Hermann: ἐπὶ codd.) P. 11.14

    χαίταισι μὲν ζευχθέντες ἔπι στέφανοι O. 3.6

    ἐπὶ ἄγει O. 2.37

    ἐπὶ βαίνει O. 7.45

    ἐπὶ τεῦξαι O. 8.32

    ἐπὶ τίθησι P. 2.9

    ἐπὶ ἔκλαγξε P. 4.23

    εὔχομαί νιν Ὀλυμπίᾳ τοῦτο δόμεν γέρας ἔπι Βάττου γένει (Tric.: ἐπιδόμεν intellexit Er. Schmid: ἐπὶ codd.) P. 5.124 ἐπὶ ἀγείραιςP. 9.54 δίκον φύλλ' ἔπι καὶ στεφάνους (v. ἐπιδικεῖν) P. 9.124

    ἐπὶ νεῦσαν I. 8.45

    ἐπὶ ἔχεαν I. 8.58

    ἐπὶ πέμπετε fr. 75. 2. ἐπὶ κεῖται Παρθ. 1. 8.

    Lexicon to Pindar > ἐπί

  • 10 ἔρχομαι

    ἔρχομαι (ἔρχομαι, -εται, -ονται); ἐρχόμενον, [-ομένοις]: impf. ἤρχετο: aor. ἦλθον, -ες, -εν), ἦλθ, ἦλθον; ἔλθῃς, -ῃ; ἔλθ, ἐλθέ; ἐλθών, -όντος, -όντα, -όντες, -όντεσσιν, -όντας; ἐλθεῖν; ἤλυθον, -εν), - ον: Dor. causal aor. ἔλευσεν.)
    1 go, come
    1 of people.
    a c.

    ἐγγύς, παρά, πρός, ὑπό, ἀπό, ἐκ, ἐς· ἐγγὺς ἐλθὼν πολιᾶς ἁλὸς O. 1.71

    πὰρ εὐδείελον ἐλθὼν Κρόνιον O. 1.111

    δέξατ' ἐλθόντ Ἀρκαδίας ἀπὸ δειρᾶν O. 3.27

    Ζεῦ, ἱκέτας σέθεν ἔρχομαι O. 5.19

    πρὸς Πιτάναν δεῖ σάμερον ἐλθεῖν sc. in the course of my song. O. 6.28

    ἦλθεν δ' ὑπὸ σπλάγχνων Ἴαμος O. 6.43

    εὖτ' ἂν δὲ θρασυμάχανος ἐλθὼν Ἡρακλέης κτίσῃ O. 6.67

    τιμῶντες δ' ἀρετὰς ἐς φανερὰν ὁδὸν ἔρχονται O. 6.73

    ἔκτανεν Λικύμνιον ἐλθόντ' ἐκ θαλάμων Μιδέας O. 7.29

    μαντεύσατο δ' ἐς θεὸν ἐλθών O. 7.31

    ἦλθον τιμάορος Ἰσθμίαισι Λαμπρομάχου μίτραις O. 9.83

    ἐκ Λυκίας δὲ Γλαῦκον ἐλθόντα τρόμεον Δαναοί O. 13.60

    μελαντειχέα νῦν δόμον Φερσεφόνας ἔλθ, Ἀχοῖ (codd.: ἴθι byz.) O. 14.21 [ ἀνδράσι ἐς πλόον ἐρχομένοις (v. l. ἀρχομένοις) P. 1.34]

    φαντὶ δὲ μεταβάσοντας ἐλθεῖν ἥροας ἀντιθέους Ποίαντος υἱὸν τοξόταν P. 1.52

    τόδε φέρων μέλος ἔρχομαι P.2.4.

    ἐλθόντος γὰρ ξένουἀπ' Ἀρκαδίας P. 3.25

    ξείνοις ἐλθόντεσσιν εὐεργέται δεῖπν' ἐπαγγέλλοντιP. 4.30 Ταίναρον εἰς ἱερὰν Εὔφαμος ἐλθώνP. 4.44

    καὶ κασίγνητοί σφισιν ἀμφότεροι ἤλυθον P. 4.125

    ἐλθόντας πρὸς Αἰήτα θαλάμουςP. 4.160

    Ζηνὸς υἱοὶ ἦλθον P. 4.172

    σὺν Νότου δ' αὔραις ἐπ Ἀξείνου στόμα πεμπόμενοι ἤλυθον P. 4.204

    ἐς Φᾶσιν δ' ἔπειτεν ἤλυθον P. 4.212

    ἡρώων ὅσοι γαμβροί σφιν ἦλθον P. 9.116

    ἤλυθε νασιώταις λίθινον θάνατον φέρων P. 10.47

    ἅλικας δ' ἐλθόντας οἴκοι τ ἐκράτει N. 5.45

    ἦλθέ τοι Νεμέας ἐξ ἐρατῶν ἐέθλων παῖς ἐναγώνιος N. 6.11

    Κάστορος δ' ἐλθόντος ἐπὶ ξενίαν πὰρ Παμφάη N. 10.49

    αὐτίκα γὰρ ἦλθε Λήδας παῖς διώκων N. 10.66

    Ζεὺς δ' ἀντίος ἤλυθέ οἱ N. 10.79

    Φυλακίδᾳ γὰρ ἦλθον, ὦ Μοῖσα, ταμίας Πυθέᾳ τε κώμων I. 6.57

    ἐθέλοντ' ἐς οὐρανοῦ σταθμοὺς ἐλθεῖν μεθ ὁμάγυριν Βελλεροφόνταν Ζηνός I. 7.46

    Δωριεὺς ἐλθὼν στρατὸς ἐκτίσσατο I. 9.3

    ἦλθον ἔταις ἀμαχανίαν ἀλέξων τεοῖσιν Pae. 6.9

    ἁλὸς ἐπὶ κῦμα βάντες [ἦ]λθον ἄγγελοι ὀπίσω Pae. 6.100

    πιστὰ δ' Ἀγασικλέει μάρτυς ἤλυθον ἐς χορὸν Παρθ. 2. 3. καὶ μετὰ ζωστῆρας Ἀμαζόνος ἦλθεν fr. 172. 5. οὐ φίλων ἐναντίον ἐλθεῖν fr. 229. fig.,

    ἐπεί οἱ τρεῖς ἀεθλοφόροι πρὸς ἄκρον ἀρετᾶς ἦλθον N. 6.24

    b c. dat.

    ἦλθε καὶ Γανυμήδης Ζηνὶ O. 1.44

    Ζεὺς πατὴρ ἤλυθεν ἐς λέχος ἱμερτὸν Θυώνᾳ P. 3.99

    φίλοισι γὰρ φίλος ἐλθὼν N. 4.22

    ὅτε Λαομέδοντι πεπρωμένοἰ ἤρχετο μόροιο κάρυξ (expectes ἄρχετο, Snell) fr. 140a. 67.
    c c. acc. οὐκ ἔμειν' ἐλθεῖν τράπεζαν νυμφίαν P.3.16. “ τάνδε νᾶσον ἐλθόντεςP. 4.52

    κοί ἦλθον Πελία μέγαρον P. 4.134

    ἦλθες ἤδη Λιβύας πεδίον ἐξ ἀγλαῶν ἀέθλων καὶ πατρωίαν πόλιν P. 5.52

    ταῦτα, Νικάσιππ, ἀπόνειμον, ὅταν ξεῖνον ἐμὸν ἠθαῖον ἔλθῃς I. 2.48

    καί τοί ποτ' Ἀνταίου δόμους Θηβᾶν ἄπο Καδμειᾶν μορφὰν βραχύς, ψυχὰν δ ἄκαμπτος, προσπαλαίσων ἦλθ ἀνὴρ τὰν πυροφόρον Λιβύαν (v. l. καίτοι πότ, i. e. ποτί) I. 4.53 c. acc. cogn.,

    ἀπ' Ἄργεος ἤλυθον δευτέραν ὁδὸν Ἐπίγονοι P. 8.41

    2 of things,
    a c. dat. pers.

    τὸ δ' αἰεὶ παράμερον ἐσλὸν ὕπατον ἔρχεται παντὶ βροτῶν O. 1.100

    φάμεν Ἐμμενίδαις Θήρωνί τ' ἐλθεῖν κῦδος O. 3.39

    ἦλθε δέ οἱμάντευμα P. 4.73

    κείνοις δ' ὑπέρτατον ἦλθε φέγγος Pae. 2.68

    b c. prep.

    ναυσιφορήτοις δ' ἀνδράσι πρώτα χάρις πομπαῖον ἐλθεῖν οὖρον P. 1.34

    ὄλβος οὐκ ἐς μακρὸν ἀνδρῶν ἔρχεται P. 3.105

    λαμπραὶ δ' ἦλθον ἀκτῖνες P. 4.198

    χειμέριος ὄμβρος, ἐπακτὸς ἐλθὼν ἐριβρόμου νεφέλας στρατὸς ἀμείλιχος P. 6.10

    μὴ κόρος ἐλθὼν κνίσῃ P. 8.32

    ἀλλ' ὅταν αἴγλα διόσδοτος ἔλθῃ P. 8.96

    κοιναὶ γὰρ ἔρχοντ' ἐλπίδες

    πολυπόνων ἀνδρῶν N. 1.32

    ἀλλὰ κοινὸν γὰρ ἔρχεται κῦμ' Ἀίδα N. 7.30

    3 ἔλευσα, Dor. causal aor., I made to come, brought τὸ μὲν ἔλευσεν (sc. Περσεύς) Δ. 4. 39. but v. λεύω.
    4 fragg.

    ἔρχεται δ' ἐνιαυτῷ Pae. 15.9

    ]εων ἐλθὲ φίλαν δὴ πολεα[ (Π̆{S}: φθον Π.) Δ. 3.. ]ηλυθο[ν P. Oxy. 1792 fr. 8.

    Lexicon to Pindar > ἔρχομαι

  • 11 ἱστίον

    1 sail

    ἐξίει δ' ὥσπερ κυβερνάτας ἀνὴρ ἱστίον ἀνεμόεν P. 1.92

    μεταβολαὶ λήξαντος οὔρου ἱστίων P. 4.293

    ἀνὰ δἱστία τεῖνον πρὸς ζυγὸν καρχασίου N. 5.51

    οὐδέ ποτε ξενίαν οὖρος ἐμπνεύσαις ὑπέστειλ' ἱστίον ἀμφὶ τράπεζαν I. 2.40

    Lexicon to Pindar > ἱστίον

  • 12 ξένιος

    ξένιος, ξείνιος (ξενίου; -ίαν, -ιον acc.: ξεινίου; -ίαν, -ίαις; -ια acc.)
    a

    φίλοισι γὰρ φίλος ἐλθὼν ξένιον ἄστυ κατέδρακεν N. 4.23

    οὐδέ ποτε ξενίαν οὖρος ἐμπνεύσαις ὑπέστειλ' ἱστίον ἀμφὶ τράπεζαν I. 2.39

    transf., πλείσταισι βροτῶν ξεινίαις αὐτοὺς (= τοὺς Διοσκούρους)

    ἐποίχονται τραπέζαις O. 3.40

    II epith. of Zeus, as guardian of the rights of guests.

    Σώτειρα Διὸς ξενίου πάρεδρος Θέμις O. 8.21

    ξεινίου πατρὸς χόλον δείσαις N. 5.33

    καὶ ξενίου Διὸς ἀσκεῖται θέμις N. 11.8

    Lexicon to Pindar > ξένιος

  • 13 ξείνιος

    ξένιος, ξείνιος (ξενίου; -ίαν, -ιον acc.: ξεινίου; -ίαν, -ίαις; -ια acc.)
    a

    φίλοισι γὰρ φίλος ἐλθὼν ξένιον ἄστυ κατέδρακεν N. 4.23

    οὐδέ ποτε ξενίαν οὖρος ἐμπνεύσαις ὑπέστειλ' ἱστίον ἀμφὶ τράπεζαν I. 2.39

    transf., πλείσταισι βροτῶν ξεινίαις αὐτοὺς (= τοὺς Διοσκούρους)

    ἐποίχονται τραπέζαις O. 3.40

    II epith. of Zeus, as guardian of the rights of guests.

    Σώτειρα Διὸς ξενίου πάρεδρος Θέμις O. 8.21

    ξεινίου πατρὸς χόλον δείσαις N. 5.33

    καὶ ξενίου Διὸς ἀσκεῖται θέμις N. 11.8

    Lexicon to Pindar > ξείνιος

  • 14 οὖρος

    ------------------------------------
    1 guardian

    Ἀχιλεύς, οὖρος Αἰακιδᾶν I. 8.55

    ------------------------------------
    οὖρος (: -ος, -ου, -ον.)
    1 breeze

    ναυσιφορήτοις δ' ἀνδράσι πρώτα χάρις πομπαῖον ἐλθεῖν οὖρον P. 1.34

    μεταβολαὶ λήξαντος οὔρου ἱστίων P. 4.292

    esp. met.,

    λτ;γτ;ενοφῶντος εὔθυνε δαίμονος οὖρον O. 13.28

    ὄφρα Λατοίδαισιν ὀφειλόμενον Πυθῶνί τ' αὔξῃς οὖρον ὕμνων P. 4.3

    εὔθυν' ἐπὶ τοῦτον, ἄγε, Μοῖσα, οὖρον ἐπέων εὐκλέα N. 6.28

    οὐδέ ποτε ξενίαν οὖρος ἐμπνεύσαις ὑπέστειλ' ἱστίον ἀμφὶ τράπεζαν I. 2.40

    ἄλλοτε δ' ἀλλοῖος οὖρος πάντας ἀνθρώπους ἐπαίσσων ἐλαύνει I. 4.5

    ------------------------------------

    Lexicon to Pindar > οὖρος

  • 15 ποτέ

    1 once
    a in princ. cl., (often in conjunction with καί, otherwise within subs. phrase: exception fr. 93.)

    τὰ δὲ καί ποτ' ἐν ἀλκᾷ O. 13.55

    σὺν δὲ κείνῳ καί ποτ' Ἀμαζονίδων στρατὸν καὶ Χίμαιραν ἔπεφνεν O. 13.87

    ἔγνον ποτὲ καὶ Ἰόλαον οὐκ ἀτιμάσαντά νιν ἑπτάπυλοι Θῆβαι P. 9.79

    θρασείᾳ δὲ πνέων καρδίᾳ μόλεν Δανάας ποτὲ παῖς P. 10.45

    καί ποτε χαλκότοξον Ἀμαζόνων μετ' ἀλκὰν ἕπετό οἱ N. 3.38

    χρυσαλακάτου ποτὲ Καλλίας ἁδὼν ἔρνεσι Λατοῦς N. 6.36

    βοτάνα τέ νίν ποθ' ἁ λέοντος νικάσαντ ἤρεφε N. 6.42

    φεῦγε γὰρ Ἀμφιαρῆ ποτε θρασυμήδεα N. 9.13

    καί ποτ' ἐς ἑπταπύλους Θήβας ἄγαγον

    στρατὸν ἀνδρῶν N. 9.18

    Διομήδεα δ' ἄμβροτον ξανθά ποτε Γλαυκῶπις ἔθηκε θεόν N. 10.7

    ἐκράτησε δὲ καί ποθ' Ἕλλανα στρατὸν Πυθῶνι N. 10.25

    καί ποτ' Ἀνταίου δόμους προσπαλαίσων ἧλθ ἀνὴρ (v. l. καίτοι πότ, i. e. ποτί) I. 4.52

    ἐπεὶ περικτίονας ἐνίκασε δή ποτε καὶ κεῖνος I. 8.65

    καί ποτε τὸν τρικάρανον Πτωίου κευθμῶνα κατέσχεθε fr. 51b.

    ὑδάτεσσι δ' ἐπ Ἀσωποῦ π[οτ ἀ]πὸ προθύρων βαρύκολπον ἀνερέψατο παρθένον Pae. 6.135

    κεράιζε Τυφῶνα Ζεὺς πατὴρ ἐν Ἀρίμοις ποτέ fr. 93.
    b within rel. cl.

    ἐλαίας, τάν ποτε ἔνεικεν Ἀμφιτρυωνιάδας O. 3.13

    ( ἔλαφον)

    ἅν ποτε Ταυγέτα ἔγραψεν ἱεράν O. 3.29

    ( αἶνος)

    ὃν ποτ' ἐς Ἀμφιάρηον φθέγξατ, ἐπεὶ O. 6.13

    ἐς ἀμφιθάλασσον νομόν, ἔνθα ποτὲ βρέχε θεῶν βασιλεὺς O. 7.33

    ἔνθα Ῥόδῳ ποτὲ μιχθεὶς τέκεν ἑπτὰ παῖδας O. 7.71

    τὸ δή ποτε Λυδὸς ἥρως Πέλοψ ἐξάρατο O. 9.9

    ( ὥρα)

    ἅ ποτε θάνατον ἆλκε O. 10.104

    ὃς τᾶς ὀφιώδεος υἱόν ποτε Γοργόνος ἦ πόλλ' Πάγασον ζεῦξαι ποθέων ἔπαθεν O. 13.63

    τόν ποτε Κιλίκιον θρέψεν πολυώνυμον ἄντρον P. 1.16

    οἶος ἐὼν θρέψεν ποτὲ Ἀσκλαπιόν P. 3.5

    στεφάνοις, τοὺς ἀριστεύων Φερένικος ἕλεν Κίρρᾳ ποτέ P. 3.74

    ( Πυθῶνι)

    ἔνθα ποτὲ χρῆσεν P. 4.4

    ( ἔπος)

    Αἰήτα τό ποτε ζαμενὴς παῖς ἀπέπνευσ P. 4.10

    “( ὄρνις) τόν ποτε δέξατP. 4.20 “( υἱὸς) τόν ποτ' Εὐρώπα τίκτεP. 4.46 τὸν μὲν πολυχρύσῳ ποτ' ἐν δώματι Φοῖβος ἀμνάσειP. 4.53 ἀρχαίαν κομίζων τάν ποτε Ζεὺς ὤπασεν τιμάνP. 4.107θρόνος, ᾧ ποτε Κρηθείδας ἐγκαθίζων εὔθυνεP. 4.152 τῷ ποτ' ἐκ πόντου σαώθηP. 4.161

    τά ποτ' ἐν οὔρεσι P. 6.21

    λόγον φέρεις, τὸν ὅνπερ ποτ' Οἰκλέος παῖς αἰνίξατο P. 8.39

    Κυράνας· τὰν ὁ χαιτάεις ποτε Λατοίδας ἅρπασ P. 9.5

    ὅν ποτε Κρέοισ' ἔτικτεν P. 9.15

    παρ' οἶς ποτε Περσεὺς ἐδαίσατο λαγέτας P. 10.31

    τέχνᾳ, τάν ποτε Παλλὰς ἐφεῦρε P. 12.6

    σὺν ᾧ ποτε

    Τροίαν κραταιὸς Τελαμὼν πόρθησε N. 4.25

    τὸν κροπάτωρ σὸς ἄεισέν ποτε, παῖ (Hermann: ὁ σὸς ἀείσεται, παῖ codd.: ἀείσεται, παῖ, ὁ σός Mommsen) N. 4.90

    τάν ποτ' εὔανδρόν τε καὶ ναυσικλυτὰν θέσσαντο N. 5.9

    ( θεός)

    ὅσπερ καὶ Κινύραν ἔβρισε πλούτῳ ποντίᾳ ἔν ποτε Κύπρῳ N. 8.18

    ( φιάλαισι)

    ἅς ποθ' ἵπποι κτησάμεναι Χρομίῳ πέμψαν N. 9.52

    παῖδα, θρασεῖαι τόν ποτε Γηρυόνα φρίξαν κύνες I. 1.13

    θηρός, ὃν πάμπρωτον ἀέθλων κτεῖνά ποτ' ἐν ΝεμέᾳI. 6.48

    ταί μιν ῥύοντό ποτε μάχας ἐναριμβρότου ἔργον ἐν πεδίῳ κορύσσοντα I. 8.54

    χθόνα τοί ποτε πέμψαν Pae. 4.42

    ]ποτ' εἶδεν ὑπὸ σπλάγχ[νοις] φέροισα τόνδ ἀνέῤ” (ἅν ]ποτ supp. G-H.) Πα. 8A. 18.

    οἶά ποτε Θήβᾳ[ Pae. 18.8

    τόν ποτε[ Πα. 22. b. 9. ἔνθα ποθ' Ἁρμονίαν [φ]άμα Δ. 2. 2. τόν ῥα Τέρπανδρός ποθ ὁ Λέσβιος εὗρεν fr. 125. 1. Ὀρχομενῶ ἔνθα ποτε[ ?fr. 333a. 9.
    c in quasi rel. cl., c. part., simm.

    τᾶσδέ ποτε χθονὸς οἰκιστὴρ O. 7.30

    τάν ποτε Καλλίσταν ἀπῴκησαν νᾶσον (Boeckh: ἅν ποτε codd.) P. 4.258

    κίχε νιν λέοντί ποτ' εὐρυφαρέτρας ὀβρίμῳ μούναν παλαίοισαν ἄτερ ἐγχέων ἑκάεργος Ἀπόλλων P. 9.26

    d in subord. cl.

    ὅτε τε μεγαλοκευθέεσσιν ἔν ποτε θαλάμοις Διὸς ἄκοιτιν ἐπειρᾶτο P. 2.33

    ἄκουσεν Δαναόν ποτ' ἐν Ἄργει οἶον εὗρεν τεσσαράκοντα καὶ ὀκτὼ παρθένοισι γάμον P. 9.112

    e modifying adv.

    ὅτι πρόσθε ποτὲ Τιρύνθιον ἔπερσαν αὐτῷ στρατὸν O. 10.31

    2 ever
    a c. neg.
    I in princ. cl.

    ὁ χάλκεος οὐρανὸς οὔ ποτ' ἀμβατὸς αὐτῷ P. 10.27

    ἐμοὶ δὲ θαυμάσαι θεῶν τελεσάντων οὐδέν ποτε φαίνεται ἔμμεν ἄπιστον P. 10.49

    οὐδέ μίν ποτε φόβος ἀνδροδάμας ἔπαυσεν ἀκμὰν φρενῶν N. 3.39

    οὔ ποτ' ἀτρεκεῖ κατέβα ποδί N. 3.41

    τὸ δ' ἐμὸν οὔ ποτε φάσει κέαρ N. 7.102

    εἴη μή ποτέ μοι τοιοῦτον ἦθος N. 8.35

    οὐδέ ποτε ξενίαν οὖρος ἐμπνεύσαις ὑπέστειλ' ἱστίον ἀμφὶ τράπεζαν I. 2.39

    μήτ' ἀρετάν ποτε σιγάτω πατρῴαν I. 2.44

    II c. inf.

    οὐδέ ποτ' ἐκλείψειν γενεάν O. 6.51

    παραγορεῖτο μή ποτε σφετέρας ἄτερθε ταξιοῦσθαι αἰχμᾶς O. 9.77

    μή ποτε τιμᾶς ἀμείρειν γονέων βίον P. 6.26

    b in subord. indef. cl.
    I conditional

    διδοῖ ψᾶφον περ' αὐτᾶς, εἴ ποτε χειμέριον πῦρ ἐξίκηται λοίσθιον P. 4.266

    εἴ ποτ' ἐμᾶν, ὦ Ζεῦ πάτερ, θυμῷ θέλων ἀρᾶν ἄκουσαςI. 6.42
    II rel.

    οἷς ποτε πρώτοις περὶ δωδέκατον δρόμον ἐλαυνόντεσσιν ποτιστάξῃ Χάρις μορφάν O. 6.76

    3 referring to fut., some dayφαμὶ γὰρ τᾶσδ' ἐξ ἁλιπλάκτου ποτὲ γᾶς Ἐπάφοιο κόραν ἀστέων ῥίζαν φυτεύσεσθαιP. 4.14

    ἀλλ' εὔχεται ποτὲ οἶκον ἰδεῖν P. 4.293

    Lexicon to Pindar > ποτέ

  • 16 ὑποστέλλω

    Lexicon to Pindar > ὑποστέλλω

См. также в других словарях:

  • οίος — (I) οἶος, οἴα, ον, επικ. τ. θηλ. οἴη, κυπρ. τ. οἶFος (Α) 1. μόνος, χωρίς συνοδεία, ολομόναχος («ὅν ῥα συβώτης αὐτὸς κτήσατο οἶος ἀποιχομένοιο ἄνακτος, νόσφιν δεσποίνης», Ομ. Οδ.) 2. μοναδικός στο είδος του, εξαίρετος 3. (το ουδ. ως επίρρ.) οἶον… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»